H σελιδα αυτη περιεχει μια σειρα απο εντεχνα (κυρίως) ελληνικα τραγουδια. Τα βιντεο εχουν προσαρτηθει απο το youtube και οι στιχοι από το kithara.vu. Προτιμηθηκαν οι ζωντανες εκτελεσεις, επειδη το συναισθημα που βγαινει επι σκηνης ειναι παντα εντονοτερο, και προτρεπει για τη συμμετοχη με σιγοτραγουδισμα!
Αν επιθυμειτε να απολαυσετε τα κομματια αυτά στη βελτιστη αποδοση τους, αναζητηστε τα αλμπουμ των καλιτεχνων που κυκλοφορουν στο εμποριο η εξασφαλιστε θεσεις στις δημοσιες εμφανισεις τους.
Στης ανατολής τα μέρη μια φορά κι έναν καιρό ήταν άδειο το κεμέρι, μουχλιασμένο το νερό Στη Μοσουλη, στη Βασόρα, στην παλιά τη χουρμαδιά πικραμένα κλαίνε τώρα της ερήμου τα παιδιά
Μα ένας νέος από σόι και γενιά βασιλική αγροικάει το μοιρολόι και τραβάει κατά κει Τον κοιτάν οι βεδουίνοι με ματιά λυπητερή κι όρκο στο Αλλάχ τούς δίνει πως θ’ αλλάξουν οι καιροί
Σαν ακούσαν οι αρχόντοι του παιδιού την αφοβιά ξεκινάν με λύκου δόντι και με λιονταριού προβιά Απ’ τον Τίγρη στον Ευφράτη κι απ’ τη γη στον ουρανό κυνηγάν τον αποστάτη, να τον πιάσουν ζωντανό Πέφτουν πάνω του τα στίφη σαν ακράτητα σκυλιά και τον πάνε στο Χαλίφη να τού βάλει τη θηλιά Μαύρο μέλι, μαύρο γάλα ήπιε εκείνο το πρωί πριν αφήσει στην κρεμάλα τη στερνή του την πνοή
Με δυο γέρικες καμήλες κι ένα κόκκινο φαρί στου παράδεισου τις πύλες ο προφήτης καρτερεί Πάνε τώρα χέρι-χέρι κι είναι γύρω συννεφιά μα της Δαμασκού τ’ αστέρι τούς κρατούσε συντροφιά Σ’ ένα μήνα, σ’ ένα χρόνο βλέπουν μπρος τους τον Αλλάχ που απ’ τον ψηλό του θρόνο λέει στον άμυαλο Σεβάχ Νικημένο μου ξεφτέρι, δεν αλλάζουν οι καιροί με φωτιά και με μαχαίρι πάντα ο κόσμος προχωρεί
Καλοκαίρι του σκυμμένου θεριστή του τυφλοχέρη καλοκαίρι με βαριά μοτοσικλέτα μες τα σκέλη τους φακούς του ανάβει μέρα μεσημέρι καλοκαίρι όλο πίσσα και κατράμι καλοκαίρι καλοκαίρι με τον ρόγχο του air condition μεσημέρι φαλακροί μέσ’ τις σακούλες μας σαν γέροι εκεινού με τ’ άσπρο κράνος που μας ξέρει καλοκαίρι μια οσμή νεκροθαλάμου, καλοκαίρι
Καλοκαίρι στην αρχή σαν έγχρωμο έργο στην Ταγγέρη αλλά εν τέλει με του κάτω κόσμου το έγκαυμα στο χέρι την λαχτάρα του στον κόσμο περιφέρει καλοκαίρι στον χαμό του οδηγημένο και το ξέρει καλοκαίρι τόσο ώριμο που πέφτοντας προσφέρει μια πλημμύρα των καρπών, στάρι και μέλι στον σπασμό του το απόλυτο το αστέρι καλοκαίρι μες τα κόκκινα της δύσης του ανατέλλει
Bus junelo a purí golí e men arate sos guillabela duquelando palal gres e berrochí, prejenelo a Undebé sos bué men orchí callí ta andiar diñelo andoba suetí rujis pre alangarí.
Es una adaptación poética al caló (lengua gitana) del siguiente pensamiento:
Cuando escucho la vieja voz de mi sangre que canta y llora recordando pasados siglos de horror, siento a Dios que perfuma mi alma y en el mundo voy sembrando rosas en vez de dolor.
It is a poetic adaptation to the gypsy dialect (gypsy language) of the following thought:
When I listen to the old voice of my blood that it sings and it cries remembering past centuries of horror, I feel God that my soul perfumes and in the world I am seeding roses instead of pain.
Ο ύμνος “Αγνή Παρθένα – Δέσποινα είναι ένας μη-λειτουργικός ύμνος, που συνέθεσε ο Άγιος Νεκτάριος Αιγίνης τον 19ο αιώνα, κατά τη διάρκεια της θητείας του ως διευθυντής της Θεολογική Σχολής στην Ριζάρειο της Αθήνας.
Η παράδοση θέλει την Παρθένο να εμφανίζεται ενώπιον του Αγίου Νεκταρίου στο μοναστήρι της Αίγινας, και να του ζητάει να καταγράψει σε χαρτί έναν ιδιαίτερο ύμνο, όπου οι αγγελικές χορωδίες ήταν έτοιμες να το ψάλλουν. Αυτός ο Ύμνος ήταν ο “Αγνή Παρθένα – Δέσποινα”.
Εδώ, τον ακούμε σε μελοποίηση και ψαλμωδία από τους πατέρες της Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας, του Αγίου Όρους.
Πετούν γεράκια απ' τις φωλιές στην τρομαγμένη μας ζωή να δουν εικόνα Σαν τις παλιές αμαρτωλές που δεν τους στάθηκε αγκαλιά, ούτε κρυψώνα
Κάτω απ' την άρρωστη βροχή στις εθνικές των φορτηγών, με τα ψυγεία Το μαύρο λάδι απ' την ψυχή δεν καίει για κάτι που θα μοιάζει μ' ευλογία
Δι' ευχών των αγίων ημών στους ναούς των μεγάλων λυγμών Δι' ευχών των αγίων της γης ορατής κι αοράτου πληγής Δι' ευχών των αγίων που κλαις που μπορεί σ' αγαπάω να λες
Δι' ευχών των αγίων κι αεί με θεού πνοή
Κοιτάω τον ήλιο απ' το βουνό κι οι δυναμίτες της ψυχής μου σπάν' την πέτρα Θέλω να τρέξω, ξεκινώ μες της παγκόσμιας λογικής τα πέντε μέτρα
Με χαραγμένα τ' αρχικά όνομα, αίμα και φιλί κι αρχαία τείχη Και μ' ένα δέμα ελληνικά θα γράψω κόσμε τους χρησμούς μου με το νύχι
Ήθελα να ‘μαι η αφή στην άκρη των δαχτύλων σου ό,τι αγγίζεις να ‘χει κάτι κι από μένα να ‘μαι τη νύχτα η φωνή χαμένων φίλων σου που λεν τραγούδια παλιά κι αγαπημένα
Ήθελα να ‘μαι εισιτήριο στην τσέπη σου όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου Ήθελα να ‘μαι εισιτήριο στην τσέπη σου όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου
Ήθελα να ‘μαι η σκιά στην άκρη των βλεφάρων σου η μόνη λέξη στο παραμιλητό σου Να ‘μαι η πρώτη ρουφηξιά από το τσιγάρο σου κι η τελευταία γουλιά απ’ το ποτό σου
Ήθελα να ‘μαι εισιτήριο στην τσέπη σου όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου Ήθελα να ‘μαι εισιτήριο στην τσέπη σου όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου
Ήθελα να ‘μαι αστραπή που σβήνει μες το βλέμμα σου πάνω στο χέρι η τυχερή γραμμή σου Να ‘μαι κρυμμένος πυρετός μέσα στο αίμα σου για να ξυπνάω τις φωτιές μες το κορμί σου
Ήθελα να ‘μαι εισιτήριο στην τσέπη σου όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου Ήθελα να ‘μαι εισιτήριο στην τσέπη σου όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου
Μάνα μου πόσο μέστωνε το στάρι στις ταφόπετρες πόσο γλυκό στη γέψη το ψωμί το ψυχοσάββατο και το κρασί στιφή παρηγοριά στο ξόδι του παππούλη Στο γάμο του μικρού-μικρού μεταλαβιά του βλάμη
Μάνα κρασί, μάνα ψωμί, μάνα μ' ελιά και λάδι Μάνα μου χώμα και νερό, βάστα γερά το πρόσφορο τώρα που θ' ανταμώσετε με τον παππού στον Άδη
Κι όταν στην έρμη ρεματιά φυτρώνουν οι μικρές ελιές κι όταν μαζεύαμε καρπό σε ερωτικά νυχτέρια κι όταν πιθάρια πήλινα το σώμα τρώγαν του λαδιού Μάνα καλή, το ξέραμε, πως φύλαγες το πιο καλό στην πιο κρυφή και σκοτεινή βενέτικη κασέλα
Λίγο για τα βαφτιστικά, λίγο για τα στερνά-στερνά λίγο για την αβασκανιά και την κακή την ώρα
Μάνα κρασί, μάνα ψωμί, μάνα μ' ελιά και λάδι... Μάνα μου πόσο μέστωνε το στάρι στις ταφόπετρες πόσο γλυκό στη γέψη το ψωμί το ψυχοσάββατο και το κρασί στυφή παρηγοριά στο ξόδι του παππούλη. Στο γάμο του μικρού μικρού μεταλαβιά του βλάμη.
Μάνα κρασί, μάνα ψωμί, μάνα μ' ελιά και λάδι μάνα μου χώμα και νερό, βάστα γερά το πρόσφορο τώρα που θ' ανταμώσετε με τον παππού στον ¨Αδη.
Κι όταν στην έρμη ρεματιά φυτρώνουν οι μικρές ελιές κι όταν μαζεύαμε καρπό σε ερωτικά νυχτέρια κι όταν πιθάρια πήλινα το σώμα τρώγαν του λαδιού, μάνα καλή το ξέραμε πως φύλαγες το πιο καλό στην πιο κρυφή και σκοτεινή βενέτικη κασέλα.
Λίγο για τα βαφτιστικά, λίγο για τα στερνά στερνά, λίγο για την αβασκανιά και την κακή την ώρα.
Μάνα κρασί, μάνα ψωμί, μάνα μ' ελιά και λάδι μάνα μου χώμα και νερό, βάστα γερά το πρόσφορο τώρα που θ' ανταμώσετε με τον παππού στον ¨Αδη.
Εδώ θα ρίξω στη θάλασσα σαν πέτρες τα χρόνια που χάλασα Εδώ θα μου φέρει το κύμα ένα γράμμα που θα έχει και ρίμα και θα λάμπει στο τέλος η υπογραφή Κολοκοτρώνης, Μακρυγιάννης, φιλικοί
Θα βρεθούμε ξανά όταν όλα θα έχουν περάσει στην πατρίδα φιλιά και κουράγιο να πεις, μην ξεχάσεις
Θα βρεθούμε ξανά όταν όλοι θα έχουν αλλάξει στην πατρίδα φιλιά και κουράγιο να πεις, μην ξεχάσει θα βρεθούμε ξανά, θα βρεθούμε ξανά
Εδώ, αρχαία μου θάλασσα που ξέρεις τι βάσανα τράβηξα Εδώ θα μου στείλει τ' αγέρι ένα γράμμα απ' τ' αόρατα μέρη Ο χαμένος ο λόγος, ο πιο ζεστός Σεφέρης, Κάλβος, Εμπειρίκος, Σολωμός
Θα βρεθούμε ξανά όταν όλα θα έχουν περάσει στην πατρίδα φιλιά και κουράγιο να πεις, μην ξεχάσει Θα βρεθούμε ξανά όταν όλοι θα έχουν αλλάξει
στην πατρίδα φιλιά και κουράγιο να πεις, μην ξεχάσει θα βρεθούμε ξανά, θα βρεθούμε ξανά
I'm so tired of being here, suppressed by all my childish fears And if you have to leave, I wish that you would just leave Your presence still lingers here and it won't leave me alone
These wounds won't seem to heal, this pain is just too real There's just too much that time cannot erase
When you cried, I'd wipe away all of your tears When you'd scream, I'd fight away all of your fears And I held your hand through all of these years But you still have all of me
You used to captivate me by your resonating light Now, I'm bound by the life you left behind Your face it haunts my once pleasant dreams Your voice it chased away all the sanity in me
These wounds won't seem to heal, this pain is just too real There's just too much that time cannot erase
When you cried, I'd wipe away all of your tears When you'd scream, I'd fight away all of your fears And I held your hand through all of these years But you still have all of me
I've tried so hard to tell myself that you're gone But though you're still with me, I've been alone all along
When you cried, I'd wipe away all of your tears When you'd scream, I'd fight away all of your fears And I held your hand through all of these years But you still have all of me, me, me
Την Παιδική Χορωδία Λαυρίου ANIMUS διευθύνει ο Θοδωρής Κωνσταντόπουλος. Στο πιάνο η Ιουλία Τζαννετουλάκου. (Συμμετείχαν επίσης η Παιδική Χορωδία Δήμου Ασπροπύργου και η Χορωδία της Λεοντείου)
Σπασμένο καράβι να 'μαι πέρα βαθιά, έτσι να 'μαι με δίχως κατάρτια με δίχως πανιά να κοιμάμαι Να' ναι αφράτος ο τόπος και η ακτή νεκρική γύρω-γύρω με κουφάρι γυρτό και με πλώρη εκεί που θα γείρω
Σπασμένο καράβι να 'μαι πέρα βαθιά, έτσι να 'μαι με δίχως κατάρτια με δίχως πανιά να κοιμάμαι
Να' ναι η θάλασσα άψυχη και τα ψάρια νεκρά, έτσι να' ναι και τα βράχια κατάπληχτα και τ' αστέρια μακριά να κοιτάνε Δίχως χτύπο οι ώρες και οι μέρες θλιβές δίχως χάρη και έτσι κούφιο και ακίνητο μες σε νύχτες βουβές το φεγγάρι
Έτσι να 'μαι καράβι γκρεμισμένο νεκρό, έτσι να 'μαι Σ' αμμουδιά πεθαμένη και σε κούφιο νερό να κοιμάμαι Να κοιμάμαι
Μες τη βροχή προσπαθεί ένα παιδί να ανάψει λευκό μικρό κερί... Άνεμος φυσάει και κανείς δε βοηθάει να φανεί μια φλόγα στο κερί.
Περνάει ο καιρός όλοι θέλουν λίγο φως μα κανείς δεν είναι τολμηρός. Υπάρχει πόνος που δεν γιατρεύει ο χρόνος της ψυχής αν δεν ανοίξει ο ουρανός.
ΡΕΦΡΕΝ: όλοι μαζί, μια νέα ελπίδα όλοι μαζί μια νέα αρχή μια ηλιαχτίδα
Το παιδί κρατάει το κερί και σας ρωτάει ποιός θέλει, που 'χει την καρδιά ψυχρή, να ξεσταθεί... Μια αστραπή που την γέννησε η βροχή με μια λάμψη ανάβει το λευκό κερί. Τότε όλοι ξεχνάνε το φόβο και ζητάνε απ' το παιδί για να φωτίσει όλη τη γη.
ΡΕΦΡΕΝ όλοι μαζί, μια νέα ελπίδα όλοι μαζί μια νέα αρχή μια ηλιαχτίδα Είναι αρκετή μια παλάμη παιδική να αγγίξεις, για να πεις πως είναι όμορφη η ζωή.
Τι μικρός που είναι ο κόσμος... τι μικρός... Είναι εύκολο να γίνει φωτεινός... Είναι αρκετή μια παλάμη παιδική για να ανάψει πια η φλόγα στο κερί
ΡΕΦΡΕΝ όλοι μαζί, μια νέα ελπίδα όλοι μαζί μια νέα αρχή μια ηλιαχτίδα
There comes a time When we head a certain call When the world must come together as one There are people dying And it's time to lend a hand to life The greatest gift of all
We can't go on Pretneding day by day That someone, somewhere will soon make a change We are all a part of God's great big family And the truth, you know love is all we need
[Chorus] We are the world We are the children We are the ones who make a brighter day So let's start giving There's a choice we're making We're saving our own lives It's true we'll make a better day Just you and me
Send them your heart So they'll know that someone cares And their lives will be stronger and free As God has shown us by turning stone to bread So we all must lend a helping hand
[Chorus] We are the world We are the children We are the ones who make a brighter day So let's start giving There's a choice we're making We're saving our own lives It's true we'll make a better day Just you and me
When you're down and out There seems no hope at all But if you just believe There's no way we can fall Well, well, well, well, let us realize That a change will only come When we stand together as one
[Chorus] We are the world We are the children We are the ones who make a brighter day So let's start giving There's a choice we're making We're saving our own lives It's true we'll make a better day Just you and me
Εσύ με ξέρεις πιο πολύ απ' όλους στη ζωή μου τα μαγικά ταξίδια μου τα έκανες και συ Όταν η νύχτα μ' έστελνε στα στέκια ης ερήμου για σένα ήταν πάντα απλό να ψάξεις να με βρεις
Σου λέω με ξέρεις πιο πολύ απ' όλους στη ζωή μου για σένα ήταν πάντα απλό να ψάξεις να με βρεις Κι απόψε μες στην έρημη την πόλη που με βρήκες πάλι πάρε με κοντά σου
Κρύψε με μες στο παλτό σου κάνε με κορμί δικό σου ως την άκρη του μυαλού σου ως την άκρη τ' ουρανού σου τύλιξέ με στο κασκόλ σου σαν παιδί σαν άγγελός σου να χαθώ στη μυρωδιά σου να χωρέσω στ' όνομά σου
Η πόλη παίζει τη σκληρή στ' ανήλικα παιδιά της κι αν λείπει τ' άλλο σου μισό μισός μένεις και συ μα όταν μαζί σου περπατώ στα έρημα στενά της στο πέλαγος της μοναξιάς μου γίνεσαι νησί